64ο Φεστιβάλ Καννών: Οδηγός Επιβίωσης #4

Παρασκευή πρωί και το τοπίο έχει σχεδόν ξεκαθαρίσει στις Κάννες. Το τοπίο του διαγωνιστικού προγράμματος, το υπόλοιπο δεν το βλέπουμε πλέον και τόσο καλά, το καλύπτουν οι υψηλές τέντες των μεγάλων ξενοδοχείων της Κρουαζέτ, τα οποία διαχειρίζονται το μεγαλύτερο μέρος της πλαζ, με χορηγούς που σε πάνε σούμπιτο στον αλκοολισμό…

Το πρόγραμμα επεφύλασσε για το τέλος μερικές ύπουλα τοποθετημένες επιλογές, με αναμενόμενες ταινίες σοβαρού anticipation και μια, μονάχα, για την οποία πολλοί εξέφραζαν την απορία του πως και βρέθηκε να διαγωνίζεται στο μεγαλύτερο Φεστιβάλ του πλανήτη. Μερικές φορές, τα καλύτερα πράγματα έρχονται από’ κει που δεν το περιμένεις!

Όχι κακό σαν ταινία, αλλά άκυρο (ή με άνευ τόπου και χρόνου σημασία) ως remake του “Harakiri” (1962) του Μασάκι Κομπαγιάσι, το “Ichimei” του Μίκε Τακάσι δεν απομακρύνεται καθόλου από το original φιλμ, άρα η ύπαρξή του δε μας προσέφερε τίποτε άλλο παρά την άβολη παρακολούθηση με τα 3D γυαλιά που βάραιναν σαν άγκυρα πάνω στη μύτη μας. Τελικά, το “art cinema” δεν το έχει ανάγκη το τρισδιάστατο, να το μεταφέρετε όπου μπορείτε αυτό, παρακαλώ.

Το επόμενο πρωινό, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ επανέλαβε για πολλοστή φορά την προβληματική των φύλων και, κυρίως, την προφανέστατα ενδόμυχη έφεσή του προς το transgender, θέμα που πρωταγωνιστεί στις ταινίες του από την εποχή του “Νόμου του Πόθου” (1987) και, πλέον, έχει ξεχειλώσει σε βαθμό κόπωσης. Ειλικρινά, θα προτιμούσα να την έκανε εκείνη την αλλαγή φύλου, από το να μας ταλαιπωρεί με περισσότερες ταινίες γι’ αυτό! Στο “La Piel que Habito“, ο Αντόνιο Μπαντέρας υποδύεται έναν πλαστικό χειρουργό που κρατά αιχμάλωτη μια ασθενή του, η οποία κάποτε επεχείρησε να? βιάσει την κόρη του! Δεν θα προσθέσω τα πλέον προφανή spoilers περί της πλοκής, απλά θα αναφέρω πως στο τελευταίο (και όλο και πιο δραματικό) ημίωρο, το κοινό ξεσπούσε σε γέλια, τα οποία μας έκαναν να νοσταλγούμε το παλιό, καλό παρελθόν του Αλμοδόβαρ, τότε που το χιούμορ αυτοσάρκαζε πάνω στο τραβηγμένο από το μαλλί μελοδραματικό. Αν είναι να πάρει βραβείο αυτό πράγμα, ας στρώσουν το πιο καλό τους κόκκινο χαλί κι ας παραδώσουν το κλειδί της πόλης στον δικό μας Πάνο Χ. Κούτρα, που η ?Στρέλλα? του πατάει με τσαμπουκά και δωδεκάποντο (τουλάχιστον) τον Ισπανό!

Πριν καν ξεκινήσουν τα πηγαδάκια περί Αλμοδόβαρ, το Φεστιβάλ αποφάσισε να καταδικάσει τις προβοκατόρικες και ανεκδοτολογικές δηλώσεις του Λαρς Φον Τρίερ περί Χίτλερ και ναζισμού, από τη διαβόητη, πλέον, συνέντευξη Τύπου για το “Melancholia“, χαρακτηρίζοντάς τον ?persona non grata? και, ούτε λίγο ούτε πολύ, διαολοστέλνοντάς τον. Η είδηση έσκασε σαν βόμβα και, για ολόκληρη τη μέρα, το θέμα μονοπώλησε το ενδιαφέρον των δημοσιογράφων, εξαφανίζοντας το buzz για το φιλμ του Ισπανού? Μέσα σ’ όλα αυτά, η Σαρλότ Γκενσμπούρ, εκ των πρωταγωνιστριών του Τρίερ, ακύρωνε ξαφνικά όλες τις συνεντεύξεις της λόγω “προχωρημένης εγκυμοσύνης” (μια μέρα πριν εμφανιζόταν παντού στις Κάννες…).

Υπό το καθεστώς της τριερικής τρικυμίας στο κρανίο, η προβολή του “Drive” του Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν, για έναν stuntman οδηγό στο Χόλιγουντ, έμοιαζε με ?καμένη? επιλογή του Φεστιβάλ για ένα σχετικά ανάλαφρο βραδάκι, με ελαφρύ γιουχάισμα στο τέλος. Τρεις φορές κατά τη διάρκεια των end credits χειροκροτούσαν οι κριτικοί! Ίσως η μεγαλύτερη έκπληξη της χρονιάς, από έναν σκηνοθέτη σίγουρα ικανό, αλλά αλλοπρόσαλλο στη φόρμα και τις προθέσεις, το φιλμ αποτελεί μια στιλιστική ανακεφαλαίωση του σινεμά της δεκαετίας του ’80 και αποθεώνει το μοναχικό υπερ-ήρωα της cult μυθολογίας, που αντιμετωπίζει το Κακό σαν τιμωρός και χάνεται σιωπηλά σε έναν ορίζοντα δίχως αύριο. Με αναφορές στο σινεμά του Φρίντκιν και του Μαν (από “To Live and Die in LA” μέχρι το “Thief”), την πιο? horny αισθητική ρυθμό, φωτογραφία και ένα εθιστικότατο score του Κλιφ Μαρτίνεζ (πλαισιωμένο από παλιακό electro), το φιλμ του Ρεφν μας θύμισε ξανά πόση χαρά μπορεί να σου δώσει το αληθινό σινεμά! Εύχομαι να είναι αυτό το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας.

Σήμερα το πρωί, ο Πάολο Σορεντίνο μας θύμισε και πόσο ΚΑΚΗ μπορεί να είναι μια ταινία, με το “This Must Be the Place” και τον Σον Πεν στον άβολο πρωταγωνιστικό ρόλο ενός γερασμένου rock star (άθλια καρικατούρα του Ρόμπερτ Σμιθ των Cure!), που μέσα στο “τρεις λαλούν” σενάριο του φιλμ, αναζητά και τον Ναζί βασανιστή του μακαρίτη του πατέρα του! Λίγο μετά την πρώτη ώρα, εγκατέλειψα την αίθουσα, απορημένος με το θράσος του σκηνοθέτη, που έκανε επίδειξη wide πλάνων γερανού σαν βλάχος, πρωτάρης τουρίστας σε Ιρλανδία και Αμερική. Άσε μας!

ΗΛΙΑΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ / CINEMaD

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *